Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), προκειμένου να διασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας περί των δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες αποτελούν το 15% περίπου του ΑΕΠ της, ανέπτυξε ένα δικονομικό πλαίσιο για τη διάθεση ταχέων ένδικων μέσων προσφυγής κατά αποφάσεων των αναθετουσών αρχών, το οποίο θέτει τις βασικές μόνο συνιστώσες και τους γενικούς σκοπούς, καταλείποντας ένα ουσιαστικό περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στα κράτη μέλη, ώστε να υιοθετήσουν τα ίδια ειδικούς μηχανισμούς. Στο πλαίσιο αυτό τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει δικά τους συστήματα αναθεώρησης των παραβαινουσών το ευρωπαϊκό, και κατά συνέπεια το απορρέον από αυτό εθνικό, δίκαιο δημοσίων συμβάσεων πράξεων και παραλείψεων των αναθετουσών αρχών.
Οι διαφορετικοί τρόποι εφαρμογής μηχανισμών αναθεώρησης που πληρούν τις απαιτήσεις των οδηγιών της ΕΕ αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας μελέτης, η οποία δομείται σε τέσσερα κεφάλαια: Στο πρώτο κεφάλαιο εξετάζεται η έννοια της έννομης προστασίας στο δικονομικό δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων υπό την Οδηγία 2007/66/ΕΚ, στο δεύτερο αναλύονται τα βασικά συστήματα αναθεώρησης που έχουν έως τώρα αναπτυχθεί στην ΕΕ, στο τρίτο σε μια γενική επισκόπηση καταγράφονται τα προσφερόμενα από τα κράτη μέλη μέσα έννομης προστασίας και παρουσιάζονται έξι παραδείγματα από χώρες της Δυτικής, Βόρειας, Ανατολικής και Νότιας Ευρώπης και στο τέταρτο κατατίθενται τα συμπεράσματα, που, ανάμεσα σε άλλα, προκρίνουν την υιοθέτηση διοικητικών, οιονεί δικαστικών, μέσων προσφυγής, σε πρωτοβάθμιο επίπεδο, ως των αποτελεσματικότερων για τη λήψη μέτρων κατά παραβάσεων του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων στην ΕΕ.
Διαβάστε ολόκληρο την μελέτη ΕΔΩ.